Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2012

ΜΑΤΑΙΩΣΗ

ΜΑΤΑΙΩΣΗ
Εγγίζει της σιωπής σου το πυρρό το μέταλλο
μια ματωμένη μου πληγή αριστερά στο στήθος.
Μιας μαργαρίτας ήταν ΔΕΝ το τελευταίο πέταλο.
το ‘ξερες, μα σου χρειαζόταν ο γαλάζιος μύθος:

Θ’ άφηνε τα παράξενα κλισέ του ο ποιητής
κι ίσως για χάρη σου να ζέσταινε τον ήλιο.
Των ιπποτών ο έσχατος σε μακρινό βασίλειο
δικός σου τροβαδούρος και ταυτόχρονα εραστής.

Πρόλαβα μοναχά μία μπαλάντα να σου γράψω.
Κάτι για νυχτολούλουδα υγρά, υπογραφή Αρλεκίνος.
Χαρτί που ξέσκισα στον άνεμο όταν εκείνος
σ’ αγκάλιαζε και δεν μπορούσα ούτε να κλάψω.


Μέσα στις ιστορίες σου, γιαγιά 
Μου είχαν προσφερθεί μύρια ενδεχόμενα:
Στα δάση κάθε ίσκιος ήταν ξωτικού.
Έλεγα ότι και η δική μου νεράιδα
Είχε σ’ ένα σεντούκι μαγικό ραβδί κρυμμένο.
Πριγκιποπούλες δεν περίμεναν ξύπνιους βοσκούς
 Ηξερα εγώ καλύτερα τα αινίγματα να λύνω,
Χρυσά σε πόδια κοριτσιών γοβάκια να προβάρω.
Αητόπουλο, πώς  να με φτάσουν
Των χαλασμάτων μάγισσες και δράκοι.
Μόνο
Με το  «κι εμείς θα ζήσουμε καλύτερα» του τέλους
Θύμωνα, γιατί έβλεπα γιαγιά,
Την μύτη σου σαν του Πινόκιο να μεγαλώνει.
Αχ, πώς μπορούσα τότε να το νιώσω
Πως ήταν ψέμμα, ειπωμένο από συμπόνια
Για το παιδί που έμενε ανερμάτιστο
Χάνοντας του παραμυθιού τις διέξοδους.
Γιάννης Τσίγκρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου