Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2014

ΕΝΑ ΦΩΣ ΑΝΑΜΜΕΝΟ ΕΠΙΤΕΙΝΕΙ ΤΗ ΜΟΝΑΞΙΑ
Ο Πρίντζος έκοβε μια φεγγερή φέτα ψωμί για τον καθένα
κι εμείς κοιτούσαμε, απ'το παράθυρο, τα κιρκινέζια
και τα χελιδόνια με την κόκκινη κοιλιά που μπαινόβγαιναν
στο στάβλο, η μανιά έκανε το σταυρό της κι η κόρη της η Αναστασιά
έπαιρνε το φαΐ κι ανέβαινε στον αχυρώνα,ήταν μόνιμα
και μ'όλους θυμωμένη και κοιμόνταν στις μπάλες,
παλιά, πολύ παλιά όλα αυτά, όταν δεν βλέπαμε τις πυγολαμπίδες
των στιγμών ν' αναβοσβήνουν, όταν δε βλέπαμε το χρόνο
να ελίσσεται όπως τα καρλιώτικα ψάρια στο χάντακα,
να κρύβεται στα μάταια λόγια, τα κούφα ποιήματα
κι ήταν τα πάντα ένα παρόν ασάλευτο,γήλοφος με κρυφές
κουκουβάγιες, μόνον οι μοναχικοί επιβάτες των τρένων
τον ένιωθαν τον χρόνο,έβγαζαν απ'την τσέπη ένα μπλοκάκι
και σημείωναν ή κουβέντιαζαν μόνοι,τρέμοντας τη σήραγγα
που θα ακολουθούσε, άναβαν βέβαια τα φώτα,
αλλ' ένα φως αναμμένο,
επιτείνει τη μοναξιά
και γεμίζει θλίψη τα μάτια.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου