ΕΙΧΕΣ ΔΙΚΙΟ, ΗΤΑΝ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ
Kάθε βράδυ, η πόρτα χτυπάει.
Τον αναγνωρίζω αυτό τον ήχο:
Είναι ένα δειλό,τρεμουλιαστό ποίημα
Που θέλει να μου κάνει παρέα.
Του ανοίγω,καλησπερίζει, κάθεται άβολα
Στην άκρη του ντιβανιού.
Ρωτάω τ' όνομά του και κοκκινίζει,
Όπως ένα κορίτσι. Σταυρώνει τα χέρια
Στα γόνατα και μου δείχνει το παράθυρο
-Ο Αλντεμπαράν;ρωτάει
-Όχι,ο Σείριος,απαντώ.
Ύστερα σωπαίνουμε κι οι δυο.
Ξέρω ότι τα νυχτερινά ποιήματα
Αγαπούν τις σιωπές.
Αγαπούν τις μεγάλες παύσεις.
Κυρίως,θέλγονται απ' τους αποχωρισμούς.
Γι αυτό, όταν, ύστερα από λίγο,
Το ποίημα σηκώνεται απ'το ντιβάνι,
Δεν το παρακαλώ-μείνε λίγο ακόμη.
Του ανοίγω την πόρτα.
Μόνο, για να μη το πικράνω-είχες δίκιο,διορθώνω
-Ήταν ο Αλντεμπαράν το τρεμίζον άστρο.
Kάθε βράδυ, η πόρτα χτυπάει.
Τον αναγνωρίζω αυτό τον ήχο:
Είναι ένα δειλό,τρεμουλιαστό ποίημα
Που θέλει να μου κάνει παρέα.
Του ανοίγω,καλησπερίζει, κάθεται άβολα
Στην άκρη του ντιβανιού.
Ρωτάω τ' όνομά του και κοκκινίζει,
Όπως ένα κορίτσι. Σταυρώνει τα χέρια
Στα γόνατα και μου δείχνει το παράθυρο
-Ο Αλντεμπαράν;ρωτάει
-Όχι,ο Σείριος,απαντώ.
Ύστερα σωπαίνουμε κι οι δυο.
Ξέρω ότι τα νυχτερινά ποιήματα
Αγαπούν τις σιωπές.
Αγαπούν τις μεγάλες παύσεις.
Κυρίως,θέλγονται απ' τους αποχωρισμούς.
Γι αυτό, όταν, ύστερα από λίγο,
Το ποίημα σηκώνεται απ'το ντιβάνι,
Δεν το παρακαλώ-μείνε λίγο ακόμη.
Του ανοίγω την πόρτα.
Μόνο, για να μη το πικράνω-είχες δίκιο,διορθώνω
-Ήταν ο Αλντεμπαράν το τρεμίζον άστρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου