"Χριστός Ανέστη", ευχήθηκε ο πατέρας.
Φορούσε στρατιωτική στολή κι ήταν καθισμένος σε παγκάκι,
Μπροστά στο Λευκό Πύργο.
"Αληθώς ο Κύριος",συμπλήρωσε η μητέρα,
Μέσα σε μιαν αυλή με μαγιάτικα ρόδα.
"Και του χρόνου",απάντησε εκείνος και στους δυο.
Ύστερα,έκλεισε το καφεκούτι με τις φωτογραφίες.
Πριν καθίσει στο τραπέζι με τις δυο άδειες,απέναντί του,καρέκλες,
Θυμήθηκε
Ότι δε σταύρωσε με τη λαμπριάτικη φλόγα την είσοδο του σπιτιού.
Πρώτη φορά που το ξεχνούσε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου