ΚΑΠΟΙΟ ΕΙΔΟΣ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑΣ
Δεν αγαπώ τα ποιήματα όταν στάζουν αίμα.
Ούτε το ανεπίστροφο που μοναχικού διαβάτη νοσταλγώ.
Προτιμώ να γράφω για τις επισκέψεις, με τον πατέρα,
Στο κουρείο του Πατσαντά και στο απέναντι ραφείο του Σόλωνα.
Τα καταστήματα αυτά είχαν πάντοτε μιαν οσμή ταξιδιού:
Με το πλοίο, το Κύκνος, όταν το φερμουάρ της θάλασσας
Άνοιγε, τινάζοντας δελφίνια που ώς την Αιδηψό μας συντροφεύαν.
Κι άλλοτε με το τρένο που ξεπερνούσε τους καπνούς του
Κι έβλεπες τις τούμπες και τους γήλοφους
Να σε χαιρετούν με λευκά, ιδρωμένα μαντίλια.
Στο κουρείο οι βδέλλες σε βαζάκια και το παραπαίδι
Να σε σκουπίζει- το "με γεια" στα μισάνοιχτα δάχτυλα.
Κι ο ράφτης, με τον πετεινό στην ταμπέλα
Και τους τριζάτους, σα λουστρίνια,του ταβανιού ανεμιστήρες.
Βρήκα προχτές τον κάλφα του- ογδοντάχρονο-"θα τακιμιάσω
Με μια πέρδικα" μου'πε "αρκεί να ξέρει για τον Περικλή
Και το Χρυσούν Αιώνα".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου