Γεμάτο από τα πιο μπλε μάτια που κάποτε- τάματα- κρέμασαν στα κλαράκια της πυκνής αγριομολόχας όσοι, βαθιά σκυμμένοι πλέον σε παρτέρια παρααχερούσια περιμένουν τον ωφέλιμο πονοκέφαλο του φύτρου και της μετάλλαξης, την ώρα μιας σφικτής σα ροδάκινο δείλης, το οικόπεδο, πνίγεται στις υπόκωφες φωνές των υφαντουργών του διάτρητου και επιζωγραφισμένου εργοστάσιου Τζήμα.
Τα αρχαία παιδιά τότε, νηστικά από αίμα τράγου, φυλλορροούν, αδειάζουν από φως, αρνούνται την ένδροση υπόστασή τους και σκύβουν να μαζέψουν μικρά πολύχρωμα ποκάρια που περνούν πετώντας τα ανοιχτά παράθυρα- για να στολίσουν τη ρόκα της γιαγιάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου